— F —
|
English |
Greek |
face amount value | εγγυημένο κεφάλαιο, ονομαστική αξία |
factor cost | κόστος παραγωγής |
factor cost | κόστος των παραγόντων |
factoring | φάκτοριγκ |
factory | εργοστάσιο |
facultative reinsurance | προαιρετική αντασφάλιση |
fall of aircraft | πτώση αεροσκάφους |
false statement | ψευδής δήλωση |
FAS, Free Alongside Ship (incoterms) | ελεύθερο παράπλευρα του πλοίου |
FCA, Free Carrier (incoterms) | ελεύθερο στον μεταφορέα |
fee | αμοιβή |
fidelity guarantee | ασφάλιση εμπιστοσύνης υπαλλήλων |
fiduciary issue | καταπιστευματική έκδοση |
file | φάκελος |
final dividend | τελικά κέρδη |
finance | οικονομικά |
financial year | οικονομική χρήση |
fire | πυρκαγιά |
fire branch | κλάδος πυρός |
fire brigade | πυροσβεστική υπηρεσία |
fire extinguisher | πυροσβεστήρας |
fire hydrant | πυροσβεστικός κρουνός υδροληψίας |
fire insurance | ασφάλιση κατά πυρός |
fire prevention | πρόληψη πυρκαγιάς |
fire proof | πυρασφαλές |
fire protection | προστασία κατά κινδύνου πυρός |
fire resistive | ανθεκτικό στη φωτιά |
fire risk | κίνδυνος πυρκαγιάς |
firm | εταιρία |
first loss insurance | ασφάλιση σε πρώτο κίνδυνο |
fiscal | φορολογικός |
fiscal year | οικονομικό έτος |
fiscal year | διαχειριστική χρήση |
fiscal year | φορολογική χρήση |
fixed assets | ακινητοποιημένο ενεργητικό |
fixed assets | πάγια περιουσιακά στοιχεία |
fixed charges | πάγια έξοδα |
fixed income | σταθερό εισόδημα |
fixed premium | σταθερό ασφάλιστρο |
fixtures | εξοπλισμός |
flag | σημαία |
flat premium | εφάπαξ ασφάλιστρο |
flat yield | τρέχον εισόδημα |
fleet | στόλος |
floating exchange rate | κυμαινόμενο επιτόκιο συναλλάγματος |
floating exchange rate | κυμαινόμενος τόκος συναλλάγματος |
floating policy | κυμαινόμενο ασφαλιστήριο |
flood | πλημμύρα |
fluctuation | διακύμανση |
FOB, Free On Board (incoterms) | ελεύθερο επί του πλοίου |
force majeure | ανωτέρα βία |
forecast | πρόβλεψη |
foreign currency | ξένο νόμισμα |
foreign exchange | συνάλλαγμα εξωτερικού |
foreign investment | ξένη επένδυση |
foreman | προϊστάμενος συνεργείου |
forest insurance | ασφάλιση δάσους |
form | έντυπο |
fortuitous event | τυχαίο συμβάν |
forward market | προθεσμιακή αγορά |
founders' share | αναβαλλόμενη μετοχή |
franchise | δικαιοχρησία |
franchising | δικαιοχρησίας μέθοδος |
fraud | απάτη |
free market | ελεύθερη αγορά |
free of particular average (fpa) | ελεύθερα μερικής αβαρίας |
free trade | ελεύθερη συναλλαγή |
freight | κόστος ναύλωσης, μεταφοράς |
freight insurance | ασφάλιση ναύλων |
frequency | συχνότητα |
fringe benefits | όφελος στο περιθώριο |
full coverage | πλήρης κάλυψη |
full value insurance | ασφάλιση πλήρους αξίας |
fund | κονδύλια, κεφάλαια |
furniture | έπιπλα |
future tax reserve | αποθεματικό για μελλοντικούς φόρους |